Κάθε καλοκαίρι πηγαίνουμε στο χοριό της μαμάς και περνάμε χάλια γιατί το έχουμε βαρεθεί και ο μπαμπάς γκρηνιάζει και για το χοριό και για τη πεθερά του που δεν την θέλει λέει ούτε ζωγραφιστή.
Πάντως
ζωγραφιά με τη γιαγιά δεν θημάμαι να είχαμε ποτέ. Έχουμε μόνο κάτι φοτογραφίες
από το γάμο τους που η γιαγιά έχει ένα Χ μεγάλο και κόκκινο στη μούρη. Από πέρσυ
ο μπαμπάς είχε πει στη μαμά ότι την επόμενη φορά θα πάμε στο δικό του χοριό που
είναι καλύτερο και δεν θα βλέπει την κάργια. Δεν ξέρω ποια λέει και δε μου
λένε.
Το χοριό
του μπαμπά είναι στην ορεινή κάτι. Δεν θυμάμαι πως τοπανε εκείνο το πρωί γιατί
φωνάζανε και οι δύο και δεν με αφήνανε να ακούσω τι λέγανε οι πάουερ ρέιντζερς.
Ο μπαμπάς
πήρε το αυτοκίνητο του θείου γιατί από το δικό μας μας πήρανε τις πηνακίδες
(ποιος κλέβει πηνακίδες ήθελα ναξερα!), πήρε και το κυνονικό διαμέρισμα που του
έδωσαν εκείνοι οι καλοί ανθρώποι μαζί με το ταμίο ανεργείας, έβαλε βενζίνη και
φύγαμε για το κατσικοχώρι που λέει η μαμά όταν ο μπαμπάς λείπει.